Λίγες περιοχές της Ελλάδας έχουν τόσο συμβολικό χαρακτήρα για την αρχαιότητα όσο η Σαμοθράκη. Το νησί άλλωστε είναι γνωστό και ως «το νησί των Καβείρων», καθώς εκεί εκτυλίσσονταν τα Καβείρια Μυστήρια, μια από τις μυστικιστικές τελετές των αρχαίων Ελλήνων, το ακριβές νόημα των οποίων παραμένει μέχρι σήμερα άγνωστο.
Τα Καβείρια Μυστήρια ή Μυστήρια των Μεγάλων Θεών όπως λέγονται επίσης, τελούνταν στο Ιερό των Μεγάλων Θεών της Σαμοθράκης, κατά την περίοδο της ελληνικής αλλά και της ρωμαϊκής αρχαιότητας, ενώ ακόμα δεν έχει εξακριβωθεί πλήρως ποιοι ήταν ακριβώς οι «Μεγάλοι Θεοί» που λατρεύονταν εκεί. Τα Καβείρια Μυστήρια τελούνταν για να μυηθούν οι υποψήφιοι στη λατρεία των θεών αυτών, που αλλιώς ονομάζονταν «Κάβειροι».
Σήμερα στην Σαμοθράκη μπορεί κανείς να επισκεφθεί τον αρχαιολογικό χώρου του Ιερού των Μεγάλων Θεών, τον αρχαιολογικό χώρο της Παλαιόπολης, την αρχαία πόλη δηλαδή που βρισκόταν ακριβώς δίπλα, αλλά και το αρχαιολογικό μουσείο του νησιού, όπου βρίσκεται ένα εξαιρετικό αντίγραφο του σπουδαιότερου αρχαίου ευρήματος του νησιού, της Νίκης της Σαμοθράκης.
Ιερό των Μεγάλων Θεών
Αναμφισβήτητα, το σπουδαιότερο αρχαιολογικό αξιοθέατο της Σαμοθράκης είναι το Ιερό των Μεγάλων Θεών, δίπλα στην Παλαιόπολη, την αρχαία πόλη. Καταλαμβάνει έκταση περίπου 50 στρεμμάτων και περιλαμβάνει μια σειρά από κτίσματα που βεβαιώνουν την σημαντικότητά του κατά την κλασσική και ελληνιστική κυρίως, αρχαιότητα.
Βλέπουμε το Ανάκτορο, που αποτελούσε το χώρο του πρώτου σταδίου της μύησης στα Καβείρια Μυστήρια, το Ιερό των Μεγάλων Θεών, όπου τελούνταν το δεύτερο στάδιο, την Στοά που δημιουργήθηκε για να στεγάσει τους επισκέπτες των Μυστηρίων και τον Ιερό Κύκλο, το χώρο από όπου οι θεατές παρακολουθούσαν την μύηση ή άλλα δρώμενα.
Βλέπουμε επίσης την Θόλο της Αρσινόης, το μεγαλύτερο κλειστό κυκλικό οικοδόμημα που διασώζεται και ήταν αφιέρωμα της βασίλισσας Αρσινόης της Θράκης στους Μεγάλους Θεούς, το Τέμενος που αποτελούσε το πρωιμότερο και μεγαλύτερο μαρμάρινο κτίριο του αρχαιολογικού χώρου, την Αυλή του Βωμού, το Νεώριο, το Πρόπυλο του Πτολεμαίου Β΄, τον Ιερό Βράχο, το Ανάθημα του Φιλίππου Γ’ και Αλεξάνδρου Δ’, τη Δωρική Θόλο, το Κτίσμα με τους Ορθοστάτες, την Ιερή Οικία, την Αίθουσα των Αναθημάτων, το Θέατρο και το Ανάθημα της Μιλησίας.
Αυτό που ξεχωρίζει όμως στο Ιερό των Μεγάλων Θεών και που έκανε την Σαμοθράκη ξακουστή σε όλο τον κόσμο είναι το Μνημείο της Νίκης, η Κρήνη, πάνω στην οποία μαρμάρινες πλάκες με κυματιστή επιφάνεια στήριζαν την μαρμάρινη πλώρη του πλοίου που έφερε περίφημο άγαλμα της Νίκης της Σαμοθράκης, από τα σημαντικότερα εκθέματα στο Μουσείο του Λούβρου, στο Παρίσι.
Το άγαλμα, που θεωρείται δείγμα ελληνιστικής τέχνης, απεικονίζει την φτερωτή θεά Νίκη. Αποτελούσε μαρμάρινο σύμπλεγμα μαζί με την πλώρη ενός πλοίου και είχε αφιερωθεί στο Ιερό των Μεγάλων Θεών από τους νικητές κάποιας ναυμαχίας της εποχής.
Βρέθηκε στον αρχαιολογικό χώρο της Παλαιόπολης, κατά τις αρχικές ανασκαφές στην Σαμοθράκη, το 1863, όταν ο Γάλλος αρχαιολόγος Charles Champoiseau (Σαμπουαζώ) και η ομάδα του έφεραν στο φως έναν μαρμάρινο γυναικείο κορμό.
Συνολικά τελικά 118 κομμάτια του αρχικού αγάλματος ανακαλύφθηκαν κατά τη διάρκεια των ανασκαφών, καθώς υπολογίζεται πως ένας καταστροφικός σεισμός τον 6ο μ.Χ. αιώνα ήταν η κύρια αιτία του κατακρήμνισματος.
Μια πλήρης αναπαράσταση του αγάλματος και της πλώρης του πλοίου που το συνόδευε, υποδεικνύει πως επρόκειτο για την φτερωτή θεά Νίκη που παρουσιαζόταν την ώρα που προσεδαφιζόταν και άρα μόλις που πατούσε πάνω στο πλοίο.
Πιθανότατα επίσης, ήταν η στιγμή που ανήγγειλε η ίδια την νίκη του αφιερωτή, οπότε το ένα της χέρι είχε αυτή τη μορφή ή κρατούσε στεφάνι για το νικητή. Τα δυο φτερά της – που αποτελούνταν από δύο μεγάλα κομμάτι μάρμαρο και επηρέαζαν σε σημαντικό βαθμό την ισορροπία του αγάλματος – και η πλώρη του πλοίου έκαναν το σύμπλεγμα να έχει διαστάσεις 3,28 μέτρα ύψος και 5,58 μέτρα πλάτος.
Σήμερα, στο αρχαιολογικό μουσείο της Σαμοθράκης, εκτίθεται το αντίγραφο του συμπλέγματος που ανακαλύφθηκε από το ζεύγος Αμερικανών αρχαιολόγων Lehmann το 1949.
Αρχαιολογικός χώρος Παλαιόπολης
Βόρεια στην Σαμοθράκη, λίγο έξω από το σημερινό χωριό της Παλαιόπολης, βρίσκονται τα ερείπια της αρχαίας πόλη. Οι επισκέπτες μπορούν να δουν το τείχος, που χρονολογείται του 6ου αιώνα π. Χ. και είναι χτισμένο με ογκόλιθους, ενώ το συνολικό του μήκος φτάνει τα 2,4 χιλιόμετρα, περικλείοντας μια έκταση 200 στρεμμάτων. Η σημαντικότερη πύλη του κάστρου στον αρχαιολογικό χώρο Παλαιόπολης συνέδεε την πόλη με το Ιερό των Μεγάλων Θεών που βρίσκεται ακριβώς δίπλα.
Τα ερείπια είναι θαμμένα κάτω από την πυκνή βλάστηση του βουνού και τα αντικείμενα που προέκυψαν από την αρχαιολογική έρευνα εκτίθενται στο Αρχαιολογικό Μουσείο της Σαμοθράκης. Το λιμάνι του αρχαιολογικού χώρου Παλαιόπολης τοποθετείται εκτός των τειχών και οι ογκόλιθοι που αποτελούσαν το μόλο του είναι ακόμη και σήμερα ορατοί μέσα στην θάλασσα, στο τέλος της απότομης κορυφογραμμής του Άη Γιώργη.
Κατά τον Μεσαίωνα, η οχύρωση στον αρχαιολογικό χώρο Παλαιόπολης ενισχύθηκε, ενώ κατά την κυριαρχία των Γκατελούζι στην Σαμοθράκη, στα 1430, το φρουριακό συγκρότημα περιελάμβανε τάφρο, περίβολο και τρεις πύργους, από τους οποίους ο ένας διασώζεται σε πολύ καλή κατάσταση.
Αρχαιολογικό Μουσείο Σαμοθράκης
Η επίσκεψη στους αρχαιολογικούς χώρους της Σαμοθράκης, δεν θα μπορούσε άλλωστε παρά να τελειώσει στο Αρχαιολογικό Μουσείο του νησιού, που βρίσκεται στην Παλαιόπολη. Στην πρώτη αίθουσα οι επισκέπτες βλέπουν αναπαραστάσεις των κυριοτέρων κτηρίων του Ιερού των Μεγάλων Θεών: ο Βωμός, η Αίθουσα Αναθυμάτων, ο Θόλος της Αρσινόης με τις περίτεχνες διακοσμήσεις από ταύρους και μαργαρίτες, αλλά και η μαρμάρινη στήλη με την επιγραφή που απαγόρευε την είσοδο στους αμύητους – μάλιστα γραμμένη σε δύο γλώσσες.
Στη δεύτερη αίθουσα εκτίθενται τμήματα της ζωοφόρου του Πρόπυλου, με ανάγλυφες χορεύτριες, πιθανότατα τις μούσες, και ακόμα η προτομή του Μάντη Τειρεσία και ένα ακέφαλο σώμα αγάλματος που υπολογίζεται πως επρόκειτο για την Περσεφόνη.
Μια περίτεχνη καρφίτσα με την μορφή λιονταριού είναι ανάμεσα στα μεταλλικά εκθέματα της τρίτης αίθουσας, ενώ στην τέταρτη αίθουσα κυριαρχεί το εκμαγείο της Νίκης, σε κανονικό μέγεθος, που δίνει στους επισκέπτες την δυνατότητα να υπολογίσουν και να φανταστούν το μεγαλείο του αυθεντικού αγάλματος στον χώρο όπου βρισκόταν.